πρωτόκοσμος

πρωτόκοσμος
Έτσι ονομαζόταν κατά τους δωρικούς χρόνους, στις δωρικές πόλεις της Κρήτης, ο πρώτος των αρχόντων, δηλαδή όπως θα λέγαμε σήμερα, ο πρωθυπουργός.
* * *
ὁ, Α
(στην Κρήτη) ο πρόεδρος τού συλλόγου τών κόσμων, δηλαδή τών δέκα ανώτατων ενιαύσιων αρχόντων τών δωρικών πολιτευμάτων, αντίστοιχος προς τον επώνυμο άρχοντα τών Αθηνών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρωτ(ο)-* + κόσμος «οι δέκα ανώτατοι άρχοντες τών δωρικών πολιτευμάτων στην Κρήτη»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • πρωτοκοσμώ — έω, Α [πρωτόκοσμος] ασκώ την εξουσία τού πρωτοκόσμου, είμαι πρωτόκοσμος* …   Dictionary of Greek

  • Крит — I (Κρήτη, у греков ныне Крити, турец. Kirid) или Кандия наибольший из греч. о вов, в вост. части Средиземного моря, к Ю от Эгейского моря, принадлежит Европ. Турции и образует особый вилайет. 268 км. дл., 12 57 км. ширины, 8618 кв. км.… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • ЭПОНИМЫ —    • Έπώνυμοι,        1. επ. или αρχηγέται, древние аттические герои отдельных племен, по именам которых Клисфен назвал свои Филы (см. Φυλή, Фила). Их статуи стояли на αγορά. Также и демы имели своих επώνυμοι;        2. (не официальное)… …   Реальный словарь классических древностей

  • КРИТ —    • Creta,          Κρήτη, у греков еще н. Крити, по турецки Кирид или Кандиа, самый большой греческий остров, к югу от Кикладских островов, простирается с запада на восток в длину на 35 миль, а ширина меняется от 6 до 2 миль; поверхность его… …   Реальный словарь классических древностей

  • κόσμος — I Τίτλος διαφόρων εφημερίδων και περιοδικών. 1. Περιοδικό που εκδόθηκε στην Αθήνα από τον Κ. Σταθόπουλο το 1861. 2. Περιοδικό που εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τους Μ. Καλλέργη και Ι. Τανταλίδη το 1882. 3. Περιοδικό που εκδόθηκε στην Αθήνα… …   Dictionary of Greek

  • κόσμοι — Άρχοντες των δωρικών πολιτευμάτων της αρχαίας Κρήτης, δεύτεροι στην τάξη μετά τους βασιλείς. Ήταν δέκα, εκλέγονταν σε ετήσια βάση μόνο από ορισμένα γένη και αποτελούσαν συμβούλιο. Είχαν την ανώτατη εξουσία τόσο σε καιρό πολέμου όσο και σε περίοδο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”